Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

Ηλεκτρονικός υπολογιστής


Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής είναι μια μηχανή κατασκευασμένη κυρίως από ψηφιακάηλεκτρονικά κυκλώματα και δευτερευόντως από ηλεκτρικά και μηχανικά συστήματα, και έχει ως σκοπό να επεξεργάζεται πληροφορίες. Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής είναι ένα αυτοματοποιημένο, ηλεκτρονικό, ψηφιακό επαναπρο­γραμ­ματιζόμενο σύστημα γενικής χρήσης το οποίο μπορεί να επεξεργάζεται δεδομένα βάσει ενός συνόλου προκαθορισμένων οδηγιών, των εντολών που συνολικά ονομάζονται πρόγραμμα.

Κάθε υπολογιστικό σύστημα, όσο μεγάλο ή μικρό κι αν είναι, αποτελείται από το υλικό μέρος (hardware) και το λογισμικό (software). Τα βασικά στοιχεία του υλικού μέρους του υπολογιστή είναι η κεντρική μονάδα επεξεργασίας (ΚΜΕ, αγγλ. CPU, Central Prossesing Unit), η κεντρική μνήμη (RAM & ROM-BIOS), οι μονάδες εισόδου - εξόδου (πληκτρολόγιο, ποντίκι, οθόνη κ.α.), οιπεριφερειακές συσκευές (σκληρός δίσκος, δισκέτα, DVD, εκτυπωτής, σαρωτής, μόντεμ κ.α.).

Υπάρχουν διάφοροι τύποι υπολογιστών οι οποίοι διαφέρουν κατά το μέγεθος, τις δυνατότητες (επεξεργαστική ισχύς) και την αρχιτεκτονική τους, δηλαδή τον τρόπο που τα βασικά τους μέρη συνδέονται και συνεργάζονται μεταξύ τους. Στην πιο διαδεδομένη κατηγορία υπολογιστών ανήκουν οι μικροϋπολογιστές. Στους μικροϋπολογιστές τα βασικά εξαρτήματα, όπως ο επεξεργαστής, η μνήμη κ.ά., βρίσκονται τοποθετημένα σ' ένα τυπωμένο κύκλωμα που ονομάζεται μητρική κάρτα (αγγλ. Motherboard ή MoBo). Εκτός από τον επεξεργαστή και τη μνήμη, πάνω στη μητρική βρίσκονται οι θέσεις επέκτασης στις οποίες τοποθετούνται οι διάφορες κάρτες, γραφικών, ήχου κ.λπ.). Στη μητρική επίσης βρίσκονται υποδοχές για τη σύνδεση διαφόρων άλλων συσκευών.

Το λογισμικό του υπολογιστή αποτελείται από τα απαραίτητα προγράμματα που δίνουν τις κατάλληλες εντολές, για να λειτουργεί το υλικό μέρος. Συνίσταται δε από το λειτουργικό σύστημα (το βασικό πρόγραμμα για τη λειτουργία του Η/Υ καθώς και για την επικοινωνία του με τον άνθρωπο) και το λογισμικό εφαρμογών (πακέτα εφαρμογών, γλώσσες προγραμματισμού, εκπαιδευτικό λογισμικό, προγράμματα – εργαλεία κ.α.).
Μερικά ιστορικά στοιχεία

Οι άνθρωποι επινόησαν κατά την αρχαιότητα και το Μεσαίωνα διάφορες συσκευές για να μετρούν τον χρόνο (όπως ήταν οι κλεψύδρες) ή για να μετρούν τις φαινόμενες μετακινήσεις των αστεριών ως βοήθημα στα θαλάσσια ταξίδια τους (όπως ήταν ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων) ή για άλλες χρήσεις. Πολλές από τις εφευρέσεις χάθηκαν, (π.χ. οι πολεμικές μηχανές του Αρχιμήδη).

Με την πρόοδο των μαθηματικών, ειδικά μετά το 17ο αιώνα, έγινε προσπάθεια από κάποιους να κατασκευάσουν μηχανές υπολογισμών.

  •  Το 1848 ο Τζωρτζ Μπουλ (George Boole) επινόησε την άλγεβρα που φέρει το όνομά του: Άλγεβρα Μπουλ. Εφαρμογές της βρίσκουμε στα ψηφιακά κυκλώματα, στους λογικούς συλλογισμούς και πρακτικά σε κάθε πρόγραμμα Η/Υ. 
  •  Ο Βρετανός μαθηματικός Τσαρλς Μπάμπατζ (Charles Babbage) το 1871 σχεδίασε την Αναλυτική μηχανή του. Η μηχανή δεν μπορούσε να κατασκευαστεί με την τεχνολογία εκείνης της εποχής επειδή απαιτούσε πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια αλλά, όπως εξήγησε η κόρη τουΛόρδου Βύρωνα, η προικισμένη μαθηματικός και πρώτη προγραμματίστρια υπολογιστών Άντα Λάβλεϊς (Ada Lovelace), ήταν τόσο πολυδύναμη που θα είχε ανυπολόγιστη αξία αργότερα. 
  • Το 1890 ο Αμερικανός μηχανικός Χέρμαν Χόλεριθ (Herman Hollerith) σκέφθηκε να χρησιμοποιήσει χάρτινες διάτρητες κάρτες, χρησιμοποιώντας την ιδέα του Ζακάρ, με διατρήσεις που να συμβολίζουν γράμματα και αριθμούς, για να επιτύχει μικρότερους χρόνους επεξεργασίας της κρατικής απογραφής των Η.Π.Α., με μεγάλη επιτυχία. 
  •  Ο Βάνεβαρ Μπους (Vannevar Bush) το 1930 έφτιαξε τον διαφορικό αναλυτή που χρησιμοποιήθηκε κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. 
  •  Η μηχανή Z3, που έφτιαξε ο Γερμανός μηχανικός Κόνραντ Τσούζε (Konrad Zuse) το 1941, ήταν η πρώτη που χρησιμοποιούσε το δυαδικό σύστημα αρίθμησης

Οι διάφορες ηλεκτρομηχανικές κατασκευές έλυναν αποτελεσματικά κάποια συγκεκριμένα προβλήματα. Υπήρχαν βέβαια τα προβλήματα του όγκου και του κόστους. Αυτά μάλλον ώθησαν το 1943 τον Τόμας Ουότσον (Thomas Watson), διευθυντή της εταιρείας I.B.M., να δηλώσει :"Νομίζω ότι στην παγκόσμια αγορά χρειάζονται το πολύ πέντε υπολογιστές".

Το επόμενο βήμα ήταν η επινόηση μιας μηχανής γενικού σκοπού που θα μπορούσε να λύνει προβλήματα διαφόρων ειδών. Εδώ εμφανίστηκε ο Ούγγρος μαθηματικός Τζον φον Νόιμαν, μια εργασία του οποίου δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 1945 με τίτλο Προσχέδιο έκθεσης για τον EDVAC, όπου περιέγραφε τη λογική λειτουργία μιας υπολογιστικής μηχανής που χρησιμοποιούσε το δυαδικό σύστημα και αποθήκευε στην μνήμη της το πρόγραμμά της. Μετά από αυτή την εργασία οι σημερινοί υπολογιστές λέγονται και μηχανές αρχιτεκτονικής φον Νόιμαν. Περιγράφοντας με αδρές γραμμές μια μηχανή φον Νόιμαν, λέμε ότι έχει

  • μια (τουλάχιστον) Μονάδα Εισόδου, από την οποία πληροφορείται η ΚΜΕ (CPU) ποιο είναι το πρόγραμμα και τα δεδομένα του, 
  •  μια Κεντρική Μονάδα Επεξεργασίας (ΚΜΕ) του προγράμματος και των δεδομένων, η οποία ρυθμίζει και την γενικότερη λειτουργία του Η/Υ, 
  •  μια Κεντρική Μνήμη, όπου αποθηκεύει η ΚΜΕ τα εισαγόμενα, τα ενδιάμεσα στοιχεία και τα δημιουργούμενα αποτελέσματα, 
  • μια (τουλάχιστον) Μονάδα Εξόδου στην οποία εξάγονται τα αποτελέσματα που η ΚΜΕ σχημάτισε στην Κεντρική Μνήμη. 

To IBM PC του 1981, που αποτέλεσε σταδιακά πρότυπο για την εξέλιξη του σημερινού προσωπικού υπολογιστή.

Πολύ σημαντική ιστορική στιγμή ήταν η ανακάλυψη του τρανζίστορ το 1947, καθώς κατάργησε τιςλυχνίες κενού που χρησιμοποιούνταν μέχρι τότε για την υλοποίηση λογικών πυλών και κυκλωμάτων, και οδήγησε έτσι στη δραματική μείωση του μεγέθους των κυκλωμάτων και κατά συνέπεια των υπολογιστών. Παρόμοια στιγμή ήταν η παρουσίαση, στις 12 Σεπτεμβρίου 1958, του πρώτου ολοκληρωμένου κυκλώματος σε μορφή μικροτσίπ (microchip) από τους Ρόμπερτ Νόις(Robert Noyce) και Τζακ Κίλμπι (Jack Kilby). Με τα νέα υλικά οι Η/Υ έγιναν μικρότεροι, οικονομικότεροι και ταχύτεροι. Χρησιμοποιήθηκαν για μετεωρολογικές μελέτες και πρόβλεψη καιρού, για επιχειρησιακές εργασίες, για έρευνα φυσικής υψηλών ενεργειών, για αναζήτηση κοιτασμάτων πετρελαίου, για ιατρικές εφαρμογές και για πάμπολλες άλλες χρήσεις.

Από το 1946 που κατασκευάστηκε σε ένα πανεπιστήμιο της Πενσιλβανίας ο πρώτος αριθμητικός ηλεκτρονικός υπολογιστής (Η/Υ) με το όνομα ENIAC (που είχε μεγάλο όγκο, είχε περίπου 18.000 λυχνίες που καίγονταν πολύ συχνά, δούλευε με ρελέδες κάνοντας τρομακτικό θόρυβο, και κατανάλωνε πολλή ενέργεια) μέχρι την εποχή μας (που οι υπολογιστές είναι μικροσκοπικοί, πολύ ισχυροί, δεν καταναλώνουν πολλή ενέργεια και βρίσκονται στα κινητά τηλέφωνα, στα ψηφιακά ρολόγια, στα αυτοκίνητα, στις τηλεοράσεις και σε άλλες οικιακές συσκευές) έχουν περάσει ελάχιστα χρόνια.

Ταξινόμηση των υπολογιστών

Οι ακόλουθες ενότητες περιγράφουν ταξινομήσεις των υπολογιστών ως προς διάφορα κριτήρια.
Ταξινόμηση ως προς την προβλεπόμενη χρήση

Ταξινόμηση ως προς την τεχνολογία υλοποίησης

Ένας λιγότερο διφορούμενος τρόπος ταξινόμησης των υπολογιστών είναι ως προς την τεχνολογία υλοποίησης.

Οι πρώτοι υπολογιστές ήταν καθαρά μηχανικοί. Τη δεκαετία του 1930 ηλεκτρομηχανικά μέρη χρησιμοποιήθηκαν στις τηλεπικοινωνίες και το1940 ο πρώτος καθαρά ηλεκτρονικός υπολογιστής κατασκευάστηκε με λυχνίες. Από την δεκαετία του 1950 οι λυχνίες σταδιακά αντικαταστάθηκαν με τρανζίστορ και στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970 άρχισαν να χρησιμοποιούνται ταολοκληρωμένα κυκλώματα από ημιαγωγούς με τα οποία έγιναν και οι μικροϋπολογιστές που αποτελούν μέχρι σήμερα την κυρίαρχη τεχνολογία δημιουργίας υπολογιστών.

Στις μέρες μας γίνονται έρευνες προς άλλες τεχνολογίες υλοποίησης που στοχεύουν στην δημιουργία οπτικών υπολογιστών και κβαντικών υπολογιστών.lallalala
Ταξινόμηση ως προς χαρακτηριστικά σχεδίασης

Μερικά από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά σχεδίασης και υλοποίησης υπολογιστών είναι τα παρακάτω.
Μηχανικός έναντι Ηλεκτρονικού

Έχουν επικρατήσει οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές. Υπερέχουν από κάθε άποψη: ταχύτητας, όγκου, κόστους, κλπ.
Ψηφιακός έναντι Αναλογικού

Δύο είναι οι σημαντικοί τύποι υπολογιστών: οι ψηφιακοί και οι αναλογικοί. Άλλοι τύποι όπως οι κβαντικοί είναι ακόμα σε πειραματικό στάδιο.

Στους ψηφιακούς υπολογιστές η πληροφορία κωδικοποιείται με ακολουθίες δυαδικών ψηφίων. Δηλαδή η τιμή της τάσης που διαπερνά τα ολοκληρωμένα κυκλώματα έχει δύο αυστηρά διακριτές τιμές. Έτσι οδηγώντας τη μια από τις δυο τιμές στην είσοδο ενός κυκλώματος, πραγματοποιούμε το ένα από τα δυο δυαδικά ψηφία (π.χ. 0 Volt για το 0 και 5 Volt για το 1). Αντίθετα στους αναλογικούς υπολογιστές, η πληροφορία από τον έξω κόσμο κωδικοποιείται μέσα στον υπολογιστή σαν ένα σήμα συνεχές, που ως ηλεκτρικό ρεύμα θα είχε άπειρες πιθανές τιμές τάσης μέσα σε κάποια όρια.

Από την δεκαετία του 1940 οι αναλογικοί υπολογιστές υπερκεράστηκαν από τους ψηφιακούς για λόγους ευκολίας και απόδοσης, με αποτέλεσμα στην καθημερινότητα όταν μιλάμε για υπολογιστή να εννοούμε αποκλειστικά τον ψηφιακό υπολογιστή.
Δυαδικός έναντι δεκαδικού

Μια σημαντική σχεδιαστική εξέλιξη στους ψηφιακούς υπολογιστές ήταν η εισαγωγή του δυαδικού συστήματος ως τρόπου αναπαράστασης πληροφορίας στο εσωτερικό του υπολογιστή το 1941. Αυτή η εξέλιξη απάλλαξε τους υπολογιστές από την ανάγκη χρήσης πολύπλοκων μηχανισμών που απαιτούνταν για την επεξεργασία πληροφοριών κωδικοποιημένων με άλλα αριθμητικά συστήματα όπως το Δεκαδικό σύστημα. Η υιοθέτηση του δυαδικού συστήματος απλοποίησε την διαδικασία σχεδίασης ενός υπολογιστή μέσω της χρήσης της άλγεβρας Μπουλ. Το δυαδικό σύστημα ταίριαξε τέλεια με την τεχνολογία ηλεκτρονικών στοιχείων που λειτουργούσαν σε δύο διακριτές καταστάσεις.

Δυνατότητα Προγραμματισμού

Η ικανότητα να προγραμματιστεί ένας υπολογιστής προμηθεύοντάς τον με ένα σύνολο εντολών προς εκτέλεση, χωρίς να χρειαστεί να αναδιαμορφωθεί η φυσική διάταξή του (όπως γινόταν με τις καλωδιώσεις και τους χιλιάδες διακόπτες των πρώτων υπολογιστών), είναι ένα θεμελιώδες σχεδιαστικό στοιχείο των σύγχρονων υπολογιστών. Αυτό το χαρακτηριστικό επεκτάθηκε όταν οι υπολογιστές μπόρεσαν να ελέγξουν δυναμικά την ροή της εκτέλεσης των εντολών ενός προγράμματος βασιζόμενοι σε ενδιάμεσα αποτελέσματα του υπολογισμού.

Αποθήκευση

Κατά τη διάρκεια εκτέλεσης ενός υπολογισμού, είναι συχνά χρήσιμο να αποθηκεύσουμε ενδιάμεσα αποτελέσματα για vα τα χρησιμοποιήσουμε μετά σε άλλους υπολογισμούς. Η απόδοση πολλών υπολογιστών καθορίζεται σημαντικά από την ταχύτητα με την οποία μπορούν να διαβάσουν τιμές από τη μνήμη και να γράψουν τιμές σ' αυτήν, καθώς και από τη συνολική της χωρητικότητα. Αρχικά η μνήμη χρησιμοποιούνταν μόνο για την αποθήκευση ενδιάμεσων τιμών κατά την εκτέλεση ενός υπολογισμού αλλά κατά την δεκαετία του 1940 εφαρμόσθηκε η ιδέα ότι και το ίδιο το πρόγραμμα θα μπορούσε να αποθηκευτεί στην μνήμη. Αυτή η εξέλιξη οδήγησε στην ανάπτυξη του πρώτου υπολογιστή με αποθηκευμένο πρόγραμμα, που είναι και ο τύπος του σύγχρονου υπολογιστή.

ΚΙΝΗΤΑ ΤΗΛΕΦΩΝΑ


Δεν ξέρουμε κι εμείς τι να πιστέψουμε πλέον! Οι γνώμες διχάζονται και αλλάζουν συνεχώς. Οι μεν λένε πως πρέπει αμέσως να πετάξουμε τα κινητά τηλέφωνα μας γιατί είναι πολύ επικίνδυνα, οι δε λένε πως δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία για αυτά που λένε οι μεν, μετά οι μεν αλλάζουν γνώμη και υποστηρίζουν πως ίσως να μην είναι τόσο τραγικά τα πράγματα τελικά, αλλά οι δε πείθονται πως πρέπει να κάψουμε όλα τα κινητά αμέσως... και η ιστορία συνεχίζεται...Τι γίνεται όμως με εμάς; Τι πρέπει να κάνουμε τελικά, να πετάξουμε τα κινητά μας τηλέφωνα ή όχι;Σίγουρα θα θυμάστε όταν, πριν από όχι και τόσο πολύ καιρό, ξαφνικά έγιναν "της μόδας" τα κινητά τηλέφωνα. Εκεί που οι περισσότεροι από εμάς δεν ξέραμε καν ότι υπήρχαν τέτοια "κατασκευάσματα", ξαφνικά είχαμε όλοι την μεγάλη ανάγκη να αποκτήσουμε από ένα, έτοιμο για κάθε είδους εντελώς αχρείαστο τηλεφώνημα...Π.χ. στον καλύτερο μας φίλο για να του πούμε πως μόλις είδαμε στον απέναντι δρόμο τον άλλο καλύτερο μας φίλο ο οποίος φορούσε ένα απαίσιο και εντελώς "ντεμοντέ" πράσινο παντελόνι και μιλούσε στο τηλέφωνο με τη θεία του!Από τότε, όταν έγινε αυτή η ραγδαία εξάπλωση των κινητών τηλεφώνων, οι επιστήμονες άρχισαν να διερωτώνται για τα πιθανά "κακά" που θα μπορούσαν να προκαλέσουν τα κινητά αφού "ουδέν καλό αμιγές κακού"!Αγνοώντας τα άλλα προφανή προβλήματα (π.χ. τη σπατάλη χρημάτων) επικεντρώθηκαν στην υγεία όπου διαμόρφωσαν μια αρκετά σημαντική και εκφοβιστική θεωρία: πως η ακτινοβολία των κινητών προκαλεί διάφορα προβλήματα υγείας, μεταξύ των οποίων και καρκίνο στον εγκέφαλο.Έγιναν πάρα πολλές έρευνες από τις οποίες ελάχιστες κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η χρήση των κινητών τηλεφώνων μπορεί όντως να βλάψει σοβαρά την υγεία. Μάλιστα, οι έρευνες που κατέληγαν στο συμπέρασμα αυτό χρησιμοποιούσαν σαν δείγματα παλιά μοντέλα κινητών τα οποία λειτουργούσαν με πολύ πιο ψηλή ακτινοβολία από τα νέα μοντέλα.Οι υπόλοιπες έρευνες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να τεκμηριώνουν πως τα κινητά τηλέφωνα αποτελούν μεγάλο κίνδυνο για μας. Παράλληλα όμως τόνισαν πως πρέπει να γίνουν ακόμη πολλές μακροχρόνιες έρευνες για να είμαστε πια 100% σίγουροι πως δεν είναι βλαβερά τα κινητά, γι' αυτό πρότειναν να είμαστε προσεκτικοί στη χρήση τους.Αυτό σημαίνει:για τους ενήλικες πως πρέπει να περιορίζουν το χρόνο ομιλίας όσο περισσότερο γίνεται. Επίσης, όταν η λήψη του τηλεφώνου δεν είναι καλή, πρέπει να αποφεύγουν τα τηλεφωνήματα αφού το κινητό χρειάζεται επιπλέον δύναμη για να επικοινωνήσει και έτσι η ακτινοβολία είναι ισχυρότερη.για τα παιδιά κάτω των 16 χρονών πως πρέπει να αποφεύγουν εντελώς την χρήση κινητών τηλεφώνων. Ο λόγος είναι ότι στα παιδιά ο εγκέφαλος ακόμη βρίσκεται σε φάση που μεγαλώνει και έτσι είναι πιο ευαίσθητος στην ακτινοβολία.Σίγουρα θα έχετε ξανακούσει κάποιον να παραπονιέται για πονοκέφαλους μετά από ένα αρκετά μεγάλο τηλεφώνημα από κινητό. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν μελέτες που να αποδεικνύουν πως οι πονοκέφαλοι οφείλονται στα κινητά αλλά μπορεί να οφείλονται σε άλλους παράγοντες.Τι γίνεται τώρα με τις μεγάλες αντένες από τις οποίες αποστέλλεται η ακτινοβολία; Βλέπουμε συνεχώς στις ειδήσεις τις διαμαρτυρίες κατοίκων κάποιων περιοχών στις οποίες υπάρχουν βάσεις τέτοιων αντενών, οι οποίοι υποστηρίζουν πως οι αντένες είναι υπεύθυνες για το αυξημένο ποσοστό περιπτώσεων καρκίνου στην περιοχή και για άλλα πολλά συμπτώματα.Και γι' αυτό έχει γίνει μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα. Ομάδα του BBC έβαλε 10 φοιτητές (με την συγκατάθεση τους βέβαια!) να ζήσουν για μια εβδομάδα σε ένα σπίτι, στον κήπο του οποίου υπήρχε αντένα. Αυτό που είπαν στους φοιτητές ήταν ότι η αντένα θα βρισκόταν σε λειτουργία κατά τις πρώτες μέρες της εβδομάδας και προς το τέλος της εβδομάδας θα την απενεργοποιούσαν.Στην πραγματικότητα όμως, η αντένα δεν ήταν ενεργοποιημένη στην αρχή της εβδομάδας και ήταν σε λειτουργία προς το τέλος της.Όταν οι φοιτητές ρωτήθηκαν, είπαν πως οι μέρες κατά τις οποίες κάποιοι ένιωθαν άρρωστοι ήταν κατά τις αρχές της εβδομάδας, όταν νόμιζαν πως η αντένα ήταν ενεργοποιημένη ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν!Αυτό που ήθελε να δείξει με αυτή την έρευνα η ομάδα του BBC ήταν ότι πολλές φορές τα διάφορα συμπτώματα που νιώθουμε προέρχονται από την ανησυχία μας και μόνο.Βέβαια, αυτό και πάλι δεν μας αποδεικνύει πως οι αντένες είναι ασφαλείς γι' αυτό πρέπει και εδώ να είμαστε πάντοτε προσεκτικοί.


ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΙΝΗΤΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΟΥ

Κινητό τηλέφωνο ή απλά κινητό, ονομάζεται κατά κύριο λόγο το τηλέφωνο που δεν εξαρτάται από φυσική καλωδιακή σύνδεση με δίκτυο παροχέα τηλεφωνίας και δεν εξαρτάται από κάποια τοπική ασύρματη συσκευή εκπομπής ραδιοφωνικού σήματος χαμηλής συχνότητας. Τα κινητά τηλέφωνα χρησιμοποιούν τεχνολογία κυψελών (cells) και εκπέμπουν σε υψηλές συχνότητες.


Η κινητή τηλεφωνία (ΚΤ) αποτελεί μία από τις εφαρμογές των κινητών επικοινωνιών. Τα κινητά τηλέφωνα αποτελούνται κυρίως από ένα μικρόφωνο το οποίο παίζει και τον ρόλο του ακουστικού. Από μία οθόνη μικρών διαστάσεων, από το πληκτρολόγιο το οποίο περιλαμβάνει τα πλήκτρα με τους αριθμούς αλλά και άλλα πλήκτρα τα οποία προσφέρουν ορισμένες πρόσθετες δυνατότητες. Τέλος διαθέτει μία κεραία που στέλνει και δέχεται με τη βοήθεια ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων τα σήματα που θέλει να μεταδώσει κανείς. Τα σήματα μετατρέπονται σε φωνή μέσω του μικροφώνου καθώς και το αντίθετο (φωνή σε ηλεκτρομαγνητικά κύματα). Πάντα η κεραία του κινητού τηλεφώνου εξαρτάται από άλλες κεραίες (των εταιρειών) για να λειτουργήσουν και μεταβιβάσουν τα σήματα. Διαφορετικά είναι άχρηστα διότι συμπεριφέρεται σαν να είναι κλειστό.


Η κινητή τηλεφωνία είναι η δυνατότητα επικοινωνίας (φωνή, κείμενο, δεδομένα) μέσω της ασύρματης μετάδοσης ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων επιτρέποντας την επικοινωνία εν κινήσει χωρίς περιορισμούς και καλώδια και ανεξάρτητα από τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες μιας περιοχής.
Η δυνατότητα αυτή δημιουργείται από την εγκατάσταση ενός ασύρματου δικτύου κινητής τηλεφωνίας, το οποίο αποτελείται από τους σταθμούς βάσης (κεραίες και μικροκυματικά κάτοπτρα), τα κινητά τηλέφωνα και τα ψηφιακά τηλεφωνικά κέντρα. Το δίκτυο κινητής τηλεφωνίας χρησιμοποιεί τους σταθμούς βάσης για την παροχή τηλεπικοινωνιακής κάλυψης στους χώρους που βρισκόμαστε.
Κάθε φορά που κάνουμε μια κλήση από το κινητό μας τηλέφωνο, αυτό στέλνει και λαμβάνει ηλεκτρομαγνητικά σήματα προς και από τον πλησιέστερο σταθμό βάσης. Ο σταθμός βάσης στη συνέχεια μεταβιβάζει την πληροφορία, ενσύρματα ή ασύρματα, στα τηλεφωνικά κέντρα, με αποτέλεσμα να μπορούμε να επικοινωνήσουμε με εκείνον που θέλουμε.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ


Α.- ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ


Β.-ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ


Γ.-ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ


Δ.-ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ, ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ


Η περιπέτεια της κινητής τηλεφωνίας ξεκίνησε αμέσως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, με τις πρώτες προσπάθειες των Σουηδών, Φιλανδών και Αμερικανών. 'Ομως, ως ληξιαρχική πράξη γέννησής της θεωρείται η 3η Απριλίου 1973. 'Ηταν ένα μουντό ανοιξιάτικο πρωινό στη Νέα Υόρκη. O δόκτωρ Μάρτιν Κούπερ της «Μοτορόλα» περπατώντας σε ένα δρόμο της αμερικάνικης μεγαλούπολης ήξερε ότι έγγραφε ιστορία. Στα δυο του χέρια κρατούσε μια συσκευή που έμοιαζε με φορητό ασύρματο. Είχε ύψος 25 εκατοστά και βάρος 900 γραμμάρια. 'Ηταν το πρώτο σύγχρονο κινητό τηλέφωνο με τον κωδικό MotοrοlaDynaTAC. Σχημάτισε τον αριθμό του βασικού ανταγωνιστή του, Τζόελ ' Ενγκελ, που δούλευε για λογαριασμό της Βell Labs. «Γειά σου Τζο, σου μιλάω από ένα αληθινό κινητό τηλέφωνο» του είπε. Το έτος 1978 η Bell πήρε τη ρεβάνς όταν κατασκεύασε το πρώτο δοκιμαστικό δίκτυο κινητής τηλεφωνίας, που ήταν αναγκαίο για την εξέλιξη και την εμπορική εκμετάλλευση του κινητού.

Τα πρώτο αυτοματοποιημένο δίκτυο κινητής τηλεφωνίας λειτούργησε στις αρχές της δεκαετίας του '80 στη Σκανδιναβία. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '80 τα κινητά τηλέφωνα ήταν ογκώδη για να μεταφέρονται στην τσέπη κιέτσι ήταν εγκατεστημένα κυρίως σε αυτοκίνητα. Το πρώτο κινητό που έλαβε άδεια έγκρισης ήταν το μοντέλο της «Μοτορόλα» DynaTAC8000X. Υπήρξε η ναυαρχίδα των λεγόμενων κινητών πρώτης γενιάς (1G)

Στην αρχή της δεκαετίας του '90 άρχισε η απογείωση των κινητών τηλεφώνων, με την ψηφιοποίηση δικτύων (GSM)και συσκευών. Τα κινητά έγιναν μικρότερα (100-200 γραμμάρια), χωρούσαν στην παλάμη και έμπαιναν έστω και με δυσκολία στην τσέπη του χρήστη τους. Περάσαμε έτσι στα κινητά της δεύτερης γενιάς (2G), που παρείχαν και άλλες ευκολίες, όπως την αποστολή σύντομων γραπτών μηνυμάτων (SMS) και τη λήψη φωτογραφιών.

Στις αρχές του 21oυ αιώνα ήλθαν τα κινητά τρίτης γενιάς (3G), με τις απεριόριστες δυνατότητες των πολυμέσων. Σήμερα, η διείσδυση του κινητού τηλεφώνου στον πλανήτη ξεπερνά το 30%, με αλματώδη άνοδο στις φτωχές χώρες του πλανήτη και κυρίως στην Αφρική. Η φιλανδική εταιρεία Nοkia, με μερίδιο αγοράς 36%, κατέχει την πρώτη θέση στις πωλήσεις κινητών τηλεφώνων παγκοσμίως. Στην Ελλάδα η κινητή τηλεφωνία έκανε την εμφάνισή της το 1992. Οι πρώτες άδειες δόθηκαν στην Ελλάδα στις εταιρίες Panafon (σήμερα Vodafon) και Tele (κατόπιν Tim και σήμεραWind).

Η ΤΙΜ ξεκίνησε την εμπορική της εκμετάλλευση στις 29 Ioυνίου 1993 και η Panafοn την 1η Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Η Cosmote κινητή τηλεφωνία τον Ιανουάριο του έτους 1998. Tους πρώτους μήνες του 1993 τα κινητά τηλέφωναλειτουργούσαν μόνο στην Αττική και τα νησιά του Σαρωνικού. To κόστος ήταν απαγορευτικό για τους πολλούς. Οισυσκευές στοίχιζαν από 700-1400 ευρώ, το τέλος ενεργοποίησης 85 ευρώ και τo μηvιαίο τέλος 40 ευρώ. Ετσι τις πρώτες ημέρες του Iουλίου 1993 μόνο 1.000 ήταν οι συνδρομητές της κινητής τηλεφωνίας.

Οι εκτιμήσεις των «ειδικών» έκαναν λόγο για 200.000 συνδρομητές μέσα σε μια δεκαετία. Απέτυχαν παταγωδώς στις προβλέψεις τους. 13 χρόνια μετά δηλαδή το Δεκέμβριο του 2006 λειτουργούσαν στη χώρα μας 13.551.000 συσκευές που καλύπτουν τo 120,5 % του ελληνικού πληθυσμού, γεγονός που κατατάσσει τηv Ελλάδα στις πρώτες θέσεις παγκοσμίως σε αναλογία πληθυσμού και κινητών τηλεφώνων.

Όπως διαφαίνεται από τα παραπάνω χωρίς καμία αμφιβολία το κινητό τηλέφωνο αποτελεί πλέον στην εποχή μας το σημαντικότερο και χρησιμότερο εργαλείο στην καθημερινή ζωή του κάθε έλληνα, οποιουδήποτε φύλλου, οποιασδήποτε ηλικίας στην οποία περιλαμβάνεται δυστυχώς και η παιδική και εφηβική ηλικία , οποιασδήποτε κοινωνικής θέσης, και οποιασδήποτε οικονομικής κατάστασης. Το κινητό τηλέφωνο άγνωστο πριν από δύο δεκαετίες είναι σήμερα είδος πρώτης ανάγκης. Κανείς δεν μπορεί να θυμηθεί πώς ήταν η ζωή του πριν από αυτό ούτε να φανταστεί πώς θα ήταν η ζωή του χωρίς αυτό. Η καθημερινότητά μας διευκολύνθηκε. Οι κοινωνικές σχέσεις απλοποιήθηκαν αφού με ένα μήνυμα στέλνουμε ευχές,, πληροφορίες , τραγούδια ακόμη και φωτογραφίες. Η επαγγελματική μας ζωή βελτιώθηκε αφού μπορούμε να επικοινωνήσουμε με τους συναδέρφους μας,, τους συνεργάτες μας, τους πελάτες μας οπουδήποτε και αν βρισκόμαστε, να συνδεόμαστε με το διαδίκτυο, να αποθηκεύουμε πληροφορίες και γενικά να χρησιμοποιούμε το τηλέφωνο ως ένα κινητό γραφείο. Ο χρόνος διεκπεραίωσης διάφορων χρονοβόρων εργασιών ελαχιστοποιήθηκε. Εργασίες για τις οποίες θα έπρεπε να μετακινηθούμε ή να ψάξουμε για σταθερό τηλέφωνο κοινού για να εξυπηρετηθούμε, τις ολοκληρώνουμε με ένα τηλέφωνο. Οι εμπορικές συναλλαγές έχουν δευκολυνθεί εξαιρετικά. Και το σπουδαιότερο με το σύστημα της περιαγωγής (roaming) οι επιχειρηματίες μπορούν να είναι σε διαρκή επικοινωνία με την έδρα τους σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου κι αν βρίσκονται. Εκτός από τα παραπάνω βέβαια είναι αυταπόδεικτο ότι τα κινητά μπορούν να σώσουν ζωές σε έκτακτες περιστάσεις και σε στιγμές κινδύνου. Στο μεταξύ το κόστος επικοινωνίας έχει γενικά μειωθεί ενώ η ταχύτητα μετάδοσης των πληροφοριών έχει αυξηθεί. Ένα πολύ σημαντικό σημείο σχετικό με την εξέλιξη των τηλεπικοινωνιών είναι ότι έχουν καταργηθεί προγενέστερες μορφές επικοινωνίας όπως το τηλεγράφημα και το τελεφαξ, έχει επίσης μειωθεί η αλληλογραφία. Βέβαια στην εξέλιξη της κινητής τηλεφωνίας και στην υιοθέτησή της από το ευρύ κοινό συνετέλεσεπολύ και η προβολή του κινητού τηλεφώνου και η διαφήμισή του μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης που στην εποχή μας είναι πολύ εξελιγμένα. Ένα εντυπωσιακό στοιχείο που προέκυψε από την έρευνα για τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία των κινητών και άλλων συσκευών αποκάλυψε τα μυστικά προσανατολισμού των πουλιών αλλά και τον τρόπο ανάπτυξης των οστών κατά συνέπεια και των μεθόδων θεραπείας. Στην πορεία αυτής της έρευνας, επιστήμονες στην Αμερική ανακάλυψαν τον τρόπο προσανατολισμού των πουλιών χωρίς να κάνουν λάθη. Συγκεκριμένα βρέθηκε ότι τα πουλιά ακολουθούν το ηλεκτρομαγνητικό πεδίο της γης. Ακόμη αναπτύχθηκε θεραπευτική διαδικασία στην ανάπτυξη των οστών με τη χρήση χαμηλών ηλεκτρομαγνητικών συχνοτήτων. Αυτό έγινε εφικτό διότι τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία έχουν την ιδιότητα να επηρεάζουν την ηλεκτρομαγνητική συμπεριφορά του ασβεστίου στα κόκαλα και να το ενεργοποιούν όταν αυτό είναι σε αδρανή κατάσταση, συμβάλλοντας έτσι στην ανάπτυξή τους.


ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ


ΝΟΜΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ

Θέσεις Οργανισμών - Νομοθεσία


Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 πραγματοποιούνται επιστημονικές έρευνες που αφορούν τις πιθανές επιδράσεις των ραδιοκυμάτων των κινητών τηλεφώνων και των σταθμών βάσης κινητής τηλεφωνίας στον ανθρώπινο οργανισμό, ενώ από το Β' Παγκόσμιο πόλεμο πραγματοποιούνται έρευνες πάνω στις επιδράσεις των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων στην ανθρώπινη υγεία. Πολλοί ανεξάρτητοι επιστημονικοί οργανισμοί έχουν αναπτύξει οδηγίες ελαχιστοποίησης της έκθεσης σε ραδιοκύματα αναλύοντας όλη την επιστημονική έρευνα και αξιολογώντας όλα τα ερευνητικά προγράμματα. Σκοπός όλων αυτών των επιστημονικών οργανισμών είναι η διασφάλιση της υγείας του κοινού από τυχόν επιδράσεις της Η/Μ ακτινοβολίας.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΥΓΕΙΑΣ

Σε ό,τι αφορά στην έρευνα για τις επιδράσεις της μη-ιονίζουσαςακτινοβολίας στην ανθρώπινη υγεία, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) αναφέρει ότι «τα επίπεδα αναφοράς τα οποία προτείνονται από τις κατευθυντήριες οδηγίες της ICNIRP, έχουν βασιστεί σε προσεκτική μελέτη του συνόλου της σχετικής επιστημονικής βιβλιογραφίας, λαμβάνοντας υπόψη θερμικές και μη-θερμικές επιδράσεις και προσφέρουν προστασία απέναντι σε όλους τους εξακριβωμένους κινδύνους από έκθεση σε ακτινοβολία ραδιοσυχνοτήτων, με μεγάλα περιθώρια ασφάλειας».
ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗ ΜΗ-ΙΟΝΙΖΟΥΣΑΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ (ICNIRP)

Η ICNIRP (Διεθνής Επιτροπή Προστασίας από τη Μη-ΙονίζουσαΑκτινοβολία) είναι ένας μη-κυβερνητικός οργανισμός, επίσημα αναγνωρισμένος από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο οποίος αξιολογεί τα επιστημονικά αποτελέσματα των μελετών από όλο τον κόσμο. Μετά από αναλυτική εξέταση της βιβλιογραφίας, η Διεθνής Επιτροπή Προστασίας από τη Μη-Ιονίζουσα Ακτινοβολία εκδίδει οδηγίες για την προστασία του κοινού από την έκθεση στην ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία. Το 1998 η ICNIRP εξέδωσε την Οδηγία: Guidelines for Limiting Exposure to Time-Varying Electric, Magnetic, and Electromagnetic Fields (up to 300 GHz). Health Physics 74 (4): 494-522; 1998.
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

Η Σύσταση του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 12ης Ιουλίου 1999 "Περί του περιορισμού της έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία (0Hz-300GHz)" (1999/519/EK), στηρίζεται στις οδηγίες της Διεθνούς Επιτροπής Προστασίας από μη ΙοντίζουσεςΑκτινοβολίες, καθώς επίσης και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ICNIRP/WHO) "Health Physics, April 1998, Vol. 74, No. 4:494-522".
ΕΛΛΑΔΑ

Η Ελληνική Βουλή με την Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) 53571/3839"Μέτρα προφύλαξης του κοινού από τη λειτουργία κεραιών εγκατεστημένων στην ξηρά" με αρ. Φ.Ε.Κ. 1105Β/6-9-2000, μείωσε τα όρια της Σύστασης του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά 20%. Με το Ν 3431/06 "Περί ηλεκτρονικών επικοινωνιών και άλλες διατάξεις" (ΦΕΚ 13/Α/3-2-2006) προσθέτει έναν επιπλέον παράγοντα ασφαλείας και μειώνει περαιτέρω τα όρια κατά 30% από εκείνα που ορίζει η Ευρωπαϊκή Σύσταση και οι διεθνείς οδηγίες και θεωρούνται από τα πλέον αυστηρά της Ευρώπης. Επιπρόσθετα, καθορίζει ελάχιστη απόσταση από χώρους ευπαθών ομάδων (σχολεία, γηροκομεία, νοσοκομεία), εντός της οποίας τα όρια εκπομπής των κατασκευών κεραιών μειώνονται κατά 10% επιπλέον και περιορίζονται μόλις στο 60% εκείνων που ισχύουν στην Ευρωπαική Ενωση.


Ο εθισμός στο διαδίκτυο έχει οδυνηρές συνέπειες στους νέους


Καταστροφικές συνέπειες έχει για τους νέους ο εθισμός στο διαδίκτυο, που τείνει να πάρει επικίνδυνες διαστάσεις στη χώρα μας σύμφωνα με τα στοιχεία των πρώτων επιστημονικών ερευνών. 


Σύμφωνα με τα πρώτα επιστημονικά στοιχεία ο εθισμός των νέων στην Ελλάδα, σε μία χώρα με πολύ χαμηλή διείσδυση του διαδικτύου, φτάνει στο 8.2% μεταξύ των χρηστών.

Το ποσοστό αυτό κρίνεται ως πολύ υψηλό και κατέχει την πρώτη θέση παγκοσμίως. Στη Νορβηγία έχουμε ποσοστό 1.98% των εφήβων, στην Ιταλία 5.4% , στην Νότια Κορέα 1.6% και στην Κίνα δύο έρευνες δίνουν 2.4% και 5.52% .

Η ηλικία των χρηστών έχει την τάση να ποικίλει ανάλογα με την έρευνα, αν και τα περισσότερα ερευνητικά δεδομένα ταξινομούν τους φοιτητές και τους εφήβους σταθερά ως τις ομάδες με τον υψηλότερο κίνδυνο για εθισμό μεταξύ των χρηστών.

Το δεδομένο ότι ο ψηφιακός αλφαβητισμός των παιδιών στην Ελλάδα ξεκίνησε στο μεγαλύτερο ποσοστό μέσα από την εμπειρική ενασχόληση και όχι ως αποτέλεσμα συντονισμένης μαθησιακής διαδικασίας, ίσως αποτελεί την εξήγηση αυτού του ευρήματος.

Για το λόγο αυτό θα πρέπει να τονιστεί, η σημασία της έγκαιρης εισαγωγής των Η/Υ στη μαθησιακή διαδικασία ώστε η γνωριμία με τις νέες τεχνολογίες να γίνεται σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον με ισορροπημένη παρουσίαση και έγκαιρη ανίχνευση παθολογικών σημείων και συμπτωμάτων.

Σε χώρες όπως η Ν. Κορέα και η Κίνα η ξαφνική και γρήγορη διείσδυση των νέων τεχνολογιών, δημιούργησε σοβαρά προβλήματα. Χαρακτηριστικά στη Ν. Κορέα αναφέρθηκαν δέκα θάνατοι εφήβων από καρδιοαναπνευστικά αίτια σε ιντερνέτ καφέ και το 2.1% των παιδιών 6-19 χρόνων χαρακτηρίζονται ότι πληρούν τα κριτήρια για εθισμό στο διαδίκτυο.

Προφίλ και συμπτώματα εθισμένου

Στο 100% των περιπτώσεων την πρώτη επαφή με το ειδικό ιατρείο την κάνουν οι γονείς. Το προφίλ του εθισμένου εφήβου αφορά στο 100% των περιπτώσεων αγόρια, που παίζουν διαδικτυακά παιχνίδια, με μέσο όρο καθημερινής χρήσης 5.5 ώρες (min=3, max=10) και μέσο όρο ηλικίας τα 15 χρόνια, ενώ είναι συχνές και οι επισκέψεις τους σε Ιντερνέτ καφέ. Όλοι διαθέτουν ηλεκτρονικό υπολογιστή, ενώ υπάρχει σε όλες τις περιπτώσεις σύνδεση Ιντερνέτ στο σπίτι.

Η καχεξία, λόγω των πολλών ωρών ενασχόλησης, η απομόνωση στο δωμάτιο του και η κατάθλιψη σε ορισμένες περιπτώσεις είναι τα πρώτα συμπτώματα ενός νέου που έχει εθισθεί στο διαδίκτυο.

Θεραπεία

Η θεραπευτική αντιμετώπιση των διαγνωσμένων περιπτώσεων εθισμού στο διαδίκτυο γίνεται με:

1) Συμβουλευτική παρέμβαση στον έφηβο και στην οικογένεια.

2) Ειδικό εξατομικευμένο πρόγραμμα περιορισμού της υπερβολικής χρήσης.

3) Εκμάθησης ενός ορθολογικότερου τρόπου χρήσης των νέων τεχνολογιών από τον έφηβο.

4) Γνωστικο-συμπεριφορική ψυχοθεραπευτική παρέμβαση.

Φαρμακοθεραπεία

Σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις οπού μπορεί να συνυπάρχει αυτοκτονικός ιδεασμός και μείζον καταθλιπτική διαταραχή, καθώς και συμπτώματα καχεξίας εξαιτίας της συνεχόμενης πολυήμερης ενασχόλησης με το διαδίκτυο (διαδικτυακά παιχνίδια) υπάρχει η δυνατότητα νοσηλείας στην παιδοψυχιατρική κλινική.

Στην Ελλάδα για την αντιμετώπιση της κατάστασης έχουν δημιουργηθεί στην Αθήνα η Μονάδα Εφηβικής Υγείας (Μ.Ε.Υ.) και στην Θεσσαλονίκη το Ειδικό Ιατρείο στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο.
Η ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ


Τι μπορείς να κάνεις από την στιγμή που θα συνδεθείς στο διαδίκτυο;


Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να κάνει κανείς από την στιγμή που θα συνδεθεί στο διαδίκτυο: 
  1.  Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail),
  2.  η συμμετοχή στις συζητήσεις (USEnet και IRC),
  3.  η μεταφορά αρχείων (FTP),
  4.  η συμμετοχή σε παιχνίδια πολλών χρηστών (MUDs) σε παγκόσμιο επίπεδο ,
  5.  ο παγκόσμιος ιστός (WWW) και
  6.  η χρήση υπολογιστών εξ' αποστάσεως (TELNET).


Η ιστορία του διαδικτύου:
         
   Η αρχή


    «Οκτώβριος 1969, ερευνητικό ινστιτούτο του πανεπιστημίου του Stanford (Stanford Research Institute – SRI): Σε ένα μικρό δωμάτιο μια ομάδα ειδικών στους υπολογιστές στέκεται γύρω από την οθόνη ενός υπολογιστή. Την ίδια στιγμή, στην άλλη άκρη της πολιτείας, στο Πανεπιστήμιο UCLA του Los Angeles, σε ένα αντίστοιχο δωμάτιο υπάρχει ένα παρόμοιο σκηνικό. Όταν οι λέξεις που εμφανίστηκαν στην οθόνη του Los Angeles ήταν οι ίδιες με εκείνες στο Stanford, η πρώτη συνομιλία μεταξύ δύο υπολογιστών είχε επιτευχθεί και το ARPAnet είχε γεννηθεί.» 
   Όλα ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του ‘60, όταν ο οργανισμός ARPA(Advanced Research Projects Agency) στις ΗΠΑ, προσανατολισμένος σε ερευνητικά προγράμματα υψηλής τεχνολογίας, ξεκίνησε μια ερευνητική δραστηριότητα σχετικά με τα δίκτυα μεταγωγής δεδομένων, τα λεγόμενα Packet Switched Networks. Η τεχνική στα δίκτυα αυτής της υλοποίησης (η οποία σήμερα χρησιμοποιείται ευρύτατα) βασίζεται στοντεμαχισμό σε πακέτα των δεδομένων που πρόκειται να μεταφερθούν. Τα πακέτα αυτά δρομολογούνται από κόμβο σε κόμβο και συναρμολογούνται ξανά όταν φτάσουν στον προορισμό τους.
      Το 1962 ανατέθηκε στον Paul Baran της κρατικών συμφερόντων εταιρείας RAND να μελετήσει τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε η αμερικανική πολεμική αεροπορία να διατηρήσει τον έλεγχο των πυραύλων και των βομβαρδιστικών της μετά από πυρηνική επίθεση. Η έρευνα για ένα αποκεντρωμένο – και άρα λιγότερο τρωτό - σύστημα διοίκησης καταλήγει στην πρόταση ενός δικτύου μεταγωγής πακέτων (packet switched network): κάθε μήνυμα θα χωρίζεται σε πακέτα τα οποία θα διαθέτουν ετικέτα με τον προορισμό τους, θα δρομολογούνται ανεξάρτητα από τον ένα υπολογιστή στον άλλον και θα συναρμολογούνται μετά τη συνολική παράδοση. Έτσι, αν οποιαδήποτε σύνδεση του δικτύου καταστραφεί τα δεδομένα θα μπορέσουν να σταλούν από άλλο μονοπάτι. Ο Baran ονόμασε την ιδέα του hot potato routing. Την εποχή εκείνη, ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν μεγάλη απειλή για τις ΗΠΑ. Υπήρχε ένα μεγάλο πρόβλημα, σχετικά με τον τρόπο της επιτυχούς επικοινωνίας μεταξύ των αμερικάνικών αρχών, μετά από έναν ενδεχόμενο πυρηνικό πόλεμο. Η Αμερική χρειαζόταν ένα δίκτυο διοίκησης κι ελέγχου που θα συνέδεε πόλεις, πολιτείες και στρατιωτικές βάσεις. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι η τεχνική υποδομή ενός τέτοιου δικτύου θα ήταν πάντα τρωτή σε επίθεση, με τα κέντρα οργάνωσης του δικτύου να είναι ευάλωτα και ν’ αποτελούν προφανείς στρατιωτικούς στόχους. Η RANDκατέληξε σε μία πρωτοποριακή για εκείνη την εποχή λύση: Εκ κατασκευής, το δίκτυο δεν θα διέθετε κανένα κέντρο οργάνωσης αλλά ούτε κάποιον κεντρικό υπολογιστή (εξυπηρετητή-server). Ο κάθε κόμβος θα ήταν ίσος με τους υπόλοιπους, όσον αφορά στη δικαιοδοσία του να λαμβάνει και να στέλνει μηνύματα και θα ήταν αυτόνομος και ανεξάρτητος από όλους τους άλλους. Τα μηνύματα θ’ αποστέλλονταν σε μορφή πολλών πακέτων, με κάθε πακέτο να περιλαμβάνει την ηλεκτρονική διεύθυνση του αποστολέα και του παραλήπτη. Αυτά τα πακέτα πληροφοριών θα έπαιρναν το δρόμο τους μέσα στο δίκτυο και θα ταξίδευαν από κόμβο σε κόμβο. 
      Ο δρόμος που ακολουθούν τα πακέτα θα μπορούσε να είναι διαφορετικός για το κάθε ένα από αυτά: Από τη στιγμή που δεν υπήρχαν χρονικοί περιορισμοί, σημασία είχε μόνο να φτάσει το πακέτο στον προορισμό του κι όχι ο τρόπος με τον οποίον θα έφτανε εκεί. Θα μπορούσε δηλαδή το πρώτο μέρος ενός μηνύματος να περάσει από δέκα πολιτείες και το δεύτερο μέρος μόνον από δύο. Σε περίπτωση που το δεύτερο μέρος θα έφτανε νωρίτερα από το πρώτο, ένας μηχανισμός ανασχηματισμού στον κόμβο προορισμού θα αναλάμβανε την αναδιάταξη των πακέτων δεδομένων ώστε να τοποθετούνται πάντα στη σωστή σειρά. Εάν κάποιος κόμβος έβγαινε εκτός λειτουργίας, τότε τα πακέτα που τυχόν είχε προς μετάδοση θα έμεναν εκεί, μέχρι ν’ αποκατασταθεί η λειτουργία του. Εάν κάποιοι κόμβοι καταστρέφονταν, τότε τα πακέτα τους θα έμεναν σε κάποιους άλλους κόμβους που ίσως τύχαιναν καλύτερης μοίρας. Το δίκτυο θα χαρακτηρίζονταν από μια μορφή πλήρους αναρχίας, ακριβώς επειδή ο κάθε κόμβος θα ήταν ανεξάρτητος αφού δεν θα υπήρχε ούτε συντονιστικό όργανο αλλά ούτε κεντρική διαχείριση. Ακριβώς αυτός ο λόγος θα έκανε το δίκτυο ανθεκτικό σε οποιαδήποτε εχθρική επίθεση

Ο ΠΡΟΓΟΝΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ


          Το 1968, το Εθνικό Εργαστήριο Φυσικής στη Μ. Βρετανία δημιούργησε το πρώτο δοκιμαστικό δίκτυο. Σύντομα, η Αμερικανική υπηρεσία DARPA (Defense Advanced Research Projects Agency) που κατόπιν ονομάστηκε ARPA, αποφάσισε τη δημιουργία ενός μεγαλύτερου δικτύου, που τους κόμβους του θ’ αποτελούσαν οι υπερυπολογιστές (οι ισχυρότεροι υπολογιστές) της εποχής εκείνης. Το φθινόπωρο του 1969, ο πρώτος κόμβος τοποθετήθηκε στο UCLA (University of California at Los-Angeles) και μέχρι το Δεκέμβριο του 1969 οι κόμβοι έγιναν τέσσερις (στο πανεπιστήμιο Utah, στο πανεπιστήμιο California της Santa Barbara, στο UCLA και στο ίδρυμα StanfordResearch Institute International). Το δίκτυο αυτό ονομάστηκε ARPAnet, προς τιμήν του στρατιωτικού χορηγού του. Οι τέσσερις αυτοί πανεπιστημιακοί υπερυπολογιστές μπορούσαν ν’ ανταλλάσσουν δεδομένα μέσω ειδικών τηλεπικοινωνιακών γραμμών υψηλής ταχύτητας και μπορούσαν να προγραμματιστούν από απόσταση μέσω άλλων απομακρυσμένων κόμβων. Έτσι, οι επιστήμονες και οι ερευνητές της εποχής εκείνης, μπορούσαν να μοιράζονται ο ένας τους υπολογιστές των άλλων.




Ο πρώτος κόμβος του ARPAnet


       Το 1971, οι κόμβοι αυξήθηκαν σε 15 και το 1972 ο αριθμός τους ανέρχονταν σε 37. Στο δεύτερο αυτό χρόνο λειτουργίας, οι χρήστες επινόησαν το e-mail και με αυτό τον τρόπο το ARPAnet μετατράπηκε σταδιακά σ’ ένα υψηλής ταχύτητας ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ομοσπονδιακής έκτασης. Έτσι, ο κύριος φόρτος του δικτύου δεν ήταν η χρήση υπολογιστών εξ αποστάσεως (remote login) αλλά η συνεχής αναμετάδοση μηνυμάτων: Οι χρήστες χρησιμοποιούσαν το δίκτυο κυρίως για ανταλλαγή προγραμμάτων, σημειώσεων, ερευνητικών εργασιών, νέων και κουτσομπολιών, καθώς οι λογαριασμοί τους (accounts) δηλ. ουσιαστικά ο χώρος στον σκληρό δίσκο της εποχής εκείνης που δεσμεύονταν αποκλειστικά γι’ αυτούς, ήταν προσβάσιμος από άλλους μέσω e-mail. Σήμερα βέβαια υπάρχει μεγάλος αριθμός διακομιστών αλληλογραφίας (mail servers) για την (προσωρινή) αποθήκευση της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας των χρηστών μιας γεωγραφικής περιοχής. Η ανακάλυψη των ταχυδρομικών λιστών (Mailing lists) δεν άργησε να έρθει, εκμεταλλευόμενη την τεχνική μετάδοσης των μηνυμάτων από κόμβο σε κόμβο, καθώς το ίδιο μήνυμα μπορούσε να σταλεί ταυτόχρονα σ’ όλα τα μέλη της λίστας κοινών ενδιαφερόντων (multicasting).
      Μέσα στη δεκαετία του ‘70 το ARPAnet μεγάλωσε. Περισσότεροι κόμβοι συνδέθηκαν και ακόμη περισσότεροι χρήστες χρησιμοποιούσαν καθημερινά τις υπηρεσίες του δικτύου. Οι χρήστες δεν προέρχονταν πια μόνο από ακαδημαϊκές κοινότητες και ιδρύματα. Χάρη στην άναρχη δομή του δικτύου, οποιοσδήποτε μπορούσε να συνδεθεί μ’ αυτό, εφ’ όσον διέθετε έναν υπολογιστή που να μπορεί ναμιλά τη γλώσσα του δικτύου, αλλά κι ένα λογαριασμό (άδεια πρόσβασης) σε κάποιον πανεπιστημιακό υπολογιστή. Διαφορετικοί κατασκευαστές υπολογιστών, μοντέλα και τεχνικά χαρακτηριστικά, ακόμη κι ο ιδιοκτήτης ενός κόμβου, έπαψαν να έχουν σημασία προκειμένου να μπορεί να συνδεθεί ο συγκεκριμένος κόμβος στο δίκτυο. Με τον τρόπο αυτό, ακόμη και απλοί πολίτες μπορούσαν να συνδεθούν και να επικοινωνήσουν, ν’ ανταλλάξουν απόψεις και προγράμματα.
     Οι χρήστες του δικτύου αρχικά περιορίζονταν σε επιστήμονες και ερευνητές, που μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν ο ένας τον υπολογιστή του άλλου από μεγάλη απόσταση και να εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες του απομακρυσμένου υπολογιστή. Πιο δημοφιλής εφαρμογή του συστήματος αναδείχτηκε πολύ γρήγορα το e-mail. Έτσι, το ARPAnet μετατράπηκε σε ένα ταχύτατο ψηφιακό ταχυδρομείο, καθώς το χρησιμοποιούσαν για συνεργασία σε ερευνητικά προγράμματα, αλλά και για συζητήσεις πάνω σε θέματα ποικίλου ενδιαφέροντος.
      Στη συνέχεια, το ARPAnet ξεπέρασε αυτό το στενό πλαίσιο, παρέμεινε όμως στους κόλπους της ακαδημαϊκής κοινότητας υπό τον έλεγχο του Εθνικού Επιστημονικού Ιδρύματος (National Science Foundation). Το ίδρυμα αυτό κρατούσε ένα σημαντικό μέρος της ραχοκοκαλιάς του δικτύου (backbone), που ονομαζόταν NSFnet. Το NSFnet δημιουργήθηκε το 1986, για να συνδέσει πέντε πανεπιστημιακούς υπερ-υπολογιστές.


Σημαντικά γεγονότα 


 Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 αναπτύχθηκε το πρωτόκολλο επικοινωνίας TCP/IP, που αντικατέστησε το ΝCP (Network ControlProtocol), αρχικό πρωτόκολλο του ARPAnet. Το TCP/IP έδινε μεγάλη σημασία στη δυνατότητα διασύνδεσης επί μέρους τοπικών δικτύων. Σύντομα το πρωτόκολλο αυτό έγινε το αποκλειστικό πρωτόκολλο επικοινωνίας του ARPAnet. Την ίδια χρονιά (1970) καταγράφηκε για πρώτη φορά η λέξη Internet.


Το 1974 εγκαινιάστηκε το telnet, η πρώτη εμπορική εκδοχή του ARPAnet.
Το Usenet ξεκίνησε από το Πανεπιστήμιο Duke το 1979, βασιζόμενο πάνω στο πρωτόκολλο UUCP (Unix to Unix Copy Protocol). Μέσα στο δίκτυο αυτό δημιουργήθηκαν οι πρώτες «ομάδες συζήτησης», αρχικά μεταξύ χρηστών του λειτουργικού συστήματος UNIX. Οι χρήστες του συστήματος αυτού αντάλλασσαν μηνύματα είτε για να επισημαίνουν λάθη και δυσκολίες τους σχετικά με το UNIX είτε για να αναζητούν τεχνική βοήθεια. Το Usenet αναπτύχθηκε με αργούς ρυθμούς, κυρίως λόγω του υψηλού κόστους των modems.
Το 1983 το ARPAnet χωρίσθηκε σε δύο κομμάτια, το στρατιωτικό ΜILNET με αυστηρά ελεγχόμενη πρόσβαση και στο ακαδημαϊκό ARPAnet με πρόσβαση από ένα ευρύτερο κοινό.
Το 1990, ο Tim Berners Lee ανέπτυξε τη γλώσσα HTML, η οποία βασίζεται στο hypertext και σχεδίασε τον παγκόσμιο ιστό (World Wide Web) στο Ερευνητικό Κέντρο Φυσικής CERN, έξω από τη Γενεύη. Ο Berners Lee χάρισε στο δίκτυο τη σημερινή του μορφή και άνοιξε το δρόμο για τη μαζική παγκόσμια χρήση του. Η δύναμη του Web είναι ότι κάτω από έναν εύχρηστο τρόπο λειτουργίας ενοποιεί πολλά πρωτόκολλα και υπηρεσίες.
Ο παγκόσμιος ιστός είναι σίγουρα η πιο διαδεδομένη υπηρεσία και το πιο δυνατό σημείο του διαδικτύου. Το Web είναι ένα σύστημα παράδοσης πληροφοριών το οποίο περιλαμβάνει διάφορους τύπους στοιχείων, όπως κείμενο, φωτογραφίες, πολυμέσα και συνδέσεις που παραπέμπουν σε άλλα κείμενα και γενικότερα πληροφορίες.
Μετά την άρση του περιορισμού στην εμπορική χρήση του δικτύου, το 1991, η ανάπτυξη του Internet πραγματοποιήθηκε με εκθετικούς ρυθμούς. Ως τότε, το Internet ήταν περιορισμένο σε ερευνητική, εκπαιδευτική και κυβερνητική χρήση. Οι εμπορικές χρήσεις του Διαδικτύου απαγορεύονταν, εκτός αν εξυπηρετούσαν άμεσα τους στόχους της έρευνας και της εκπαίδευσης.
Το 1993 το CERN παρουσίασε το πλοηγητή σελίδων. To 1994 ο Mark Andreessen σχεδίασε ένα γραφικό εργαλείο για το World WideWeb, το Mosaic για τα X Windows. Αποτέλεσε το πιο πετυχημένο πρόγραμμα πλοήγησης του World Wide Web, κατοπινή εξέλιξη του οποίου αποτέλεσε ο Netscape. Και οι δύο έδιναν τη δυνατότητα ανταλλαγής σελίδων με γραφικές αναπαραστάσεις, κάτι που οδήγησε σε μια πραγματική έκρηξη στην ανάπτυξη και χρήση του διαδικτύου.
To 1994, στα 25α γενέθλια του ARPAnet, περισσότεροι από 3 εκατομμύρια διακομιστές ήταν συνδεδεμένοι. Δύο χρόνια αργότερα, το 1996, ο αριθμός των διακομιστών πλησίασε τα 10.000.000.

Εξάπλωση Διαδικτύου
Το ARPANET σταμάτησε να υπάρχει τυπικά το 1991 και το διαδίκτυο εξακολουθούσε να παρέχει και να υποστηρίζει τις υπηρεσίες του προγόνου του. Το 1971, μόνον τέσσερις υπερυπολογιστές ήταν συνδεδεμένοι στο δίκτυο. Το 1995, οι συνολικοί κόμβοι ήταν δεκάδες χιλιάδες, ενώ περισσότεροι από πέντε (5) εκατομμύρια περίπου χρήστες ανά τον κόσμο συνδέονται καθημερινά στο δίκτυο για τις συναλλαγές τους, για να συνομιλήσουν, ν’ ανταλλάξουν απόψεις, γνώσεις και προγράμματα και γενικά για να “βγούν on-line.



Το Internet εδώ και πολλά χρόνια είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στην επιστημονική κοινότητα κι έχει συμβάλει πάρα πολύ στην έρευνα και στη διαπροσωπική επικοινωνία. Ο ρυθμός ανάπτυξής του είναι πολύ εντυπωσιακός αφού ο αριθμός των κόμβων του (hosts) διπλασιάζεται κάθε χρόνο από το 1988. Έχει δε εκτιμηθεί ότι κάθε δέκα λεπτά ένα νέο δίκτυο συνδέεται στο διαδίκτυο ανά τον κόσμο! Η εκτίμηση αυτή δικαιολογεί άνετα την αύξηση του αριθμού των κόμβων από 1.776.000 τον Ιούλιο του 1993 στα 2.056.000 τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Σύμφωνα με τα στοιχεία τουEuropean Information Technology Observatory ο μέσος ρυθμός αύξησης που παρουσιάζει το διαδίκτυο στην Ευρώπη μέχρι το 2000 ανέρχεται σε 37% ετησίως. Το σύνολο των Ευρωπαίων χρηστών από 12,5 εκατομμύρια το 1995 θα φτάσει τα 60 εκατομμύρια το έτος 2000. Το 1997 οι χρήστες του διαδικτύου παγκοσμίως υπολογίζονται σε 95,7 εκατομμύρια.


Το διαδίκτυο αυτή τη στιγμή βρίσκεται όχι μόνο σε Πανεπιστημιακά ή ερευνητικά δίκτυα, αλλά και σε σχολεία, σε βιβλιοθήκες, στα σπίτια απλών χρηστών, στον εμπορικό τομέα και γενικά σε πάσης φύσεως επιχειρήσεις που χρειάζονται για διάφορους λόγους ένα γρήγορο και μοντέρνο τρόπο επικοινωνίας και ανταλλαγής δεδομένων.

Ενα δείγμα της δημοτικότητας του διαδικτύου μπορεί ν’ αποτελέσουν τα σχετικά δημοσιεύματα όχι στον ειδικό τύπο, αλλά στα περιοδικά ποικίλης ύλης. Ακόμη το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ (Supreme Court) εδώ και χρόνια κάνει διαθέσιμες τις αποφάσεις του στο διαδίκτυο μέσα σε λιγότερο από μία μέρα. Στις 2 Μαρτίου 1993 ο πρόεδρος Clinton απευθύνθηκε στους συμπολίτες του μέσα στον κυβερνοχώρο (cyberspace) και το μήνυμά του έφτασε σ’ όλους όσους ήταν στο δίκτυο.


Ποιο θα είναι το μέλλον του διαδικτύου;

Το διαδίκτυο αυτή τη στιγμή είναι ένα ανατροφοδοτούμενο φαινόμενο. Εξαπλώνεται ολοένα και πιο γρήγορα, όπως συνέβη και παλιότερα με το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο ή την τηλεόραση. Για ένα χρονικό διάστημα οι ρυθμοί διείσδυσης θα συνεχίσουν να είναι αυξητικοί και μετά, καθώς θα πλησιάζουν στο σημείο κορεσμού, θα αρχίσουν να επιβραδύνονται. Δεν είναι εύκολο να εικάσει κανείς πού ακριβώς βρίσκεται αυτό το σημείο κορεσμού, αλλά αν μπορούσαμε να στηριχτούμε στα στατιστικά στοιχεία των ΗΠΑ φαίνεται ότι βρίσκεται γύρω στο 50%.
 Στις ΗΠΑ η επιβράδυνση της εξάπλωσης έχει ήδη αρχίσει. Στις χώρες της Ευρώπης το σημείο κορεσμού απέχει ακόμη από λίγο ως αρκετά. Σε άλλες περιοχές του κόσμου, όπως η Αφρική ή η Μέση Ανατολή, η διείσδυση του Διαδικτύου είναι πρακτικά ανύπαρκτη και ο κύκλος βρίσκεται ακόμη στην αρχή του.
Σύμφωνα με έκθεση της International Data Corporation (IDC), τo 2003 οι Αμερικανοί δεν θα αντιπροσωπεύουν παρά το ένα τρίτο των χρηστών του διαδικτύου παγκοσμίως, ο συνολικός αριθμός των οποίων αναμένεται να ανέλθει σε 600 εκατομμύρια. Η περιοχή Ασίας-Ειρηνικού σημειώνει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη. Ο αριθμός των χρηστών του διαδικτύου στην περιοχή, αναμένεται να τριπλασιαστεί εντός της επόμενης τριετίας.
To διαδίκτυο θα εξελιχθεί σε βασικό στοιχείο της καθημερινής μας ζωής, διαδραματίζοντας ρόλο ανάλογο εκείνου που έπαιξε η τηλεόραση τα τελευταία 30 χρόνια. Οι ρυθμοί ανάπτυξής του δείχνουν ότι σύντομα θα είναι τόσο κοινό και διαδεδομένο όσο το ηλεκτρικό ρεύμα και το τηλέφωνο. Το 2020 είναι πολύ πιθανό να μη μιλάμε μόνο για ψηφιακή οικονομία, αλλά και για ψηφιακή κοινωνία.
Στη νέα του μορφή το δίκτυο θα πάψει να είναι περιορισμένο στην οθόνη του υπολογιστή – θα το συναντάμε όπου κι αν βρισκόμαστε με τη βοήθεια μεγάλης ποικιλίας συσκευών και με ταχύτητες πολύ καλύτερες από τις σημερινές.